προγυμνάσιο

προγυμνάσιο
το, Ν
παλαιά ονομασία τού ελληνικού σχολείου, που αποτελούσε την ενδιάμεση βαθμίδα μεταξύ τού δημοτικού και τού γυμνασίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + γυμνάσιο. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στον Σπ. Μωραΐτη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προγυμνασιακός — ή, ό, Ν [προγυμνάσιο] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο προγυμνάσιο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”